Δέγμενον

Δέγμενον
Δέγμενος
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • δέγμενον — δέχομαι take aor part mp masc acc sg (epic) δέχομαι take aor part mp neut nom/voc/acc sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μακροβόλος — ο (AM μακροβόλος, ον) αυτός που βάλλει μακριά, που ρίχνει, που εξακοντίζει σε μεγάλη απόσταση («μακροβολωτέρας δ οὔσης τῆς σφενδόνης πεσεῑν τὸν Δέγμενον», Στράβ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + βόλος (< βάλλω), πρβλ. δισκο βόλος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”